Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

τῶν πολεμίων

См. также в других словарях:

  • Οσίου Λουκά, μονή — Μοναστήρι στους δυτικούς πρόποδες του Ελικώνα, μεταξύ Βοιωτίας και Φωκίδας. Κατά τη βυζαντινή και τη μεταβυζαντινή περίοδο αποτελούσε περίφημο πνευματικό και μοναστικό κέντρο της Ελλάδας. Ιδρύθηκε από τον Όσιο Λουκά τον Στειριώτη (Καστρί,… …   Dictionary of Greek

  • Σαπφώ — Αρχαία Ελληνίδα ποιήτρια (Ερεσός, Λέσβος τέλη 7ου αι. π.Χ. Μυτιλήνη πρώτο μισό 6ου αι. π.Χ.). Σχεδόν τα μόνα γνωστά για τη ζωή της είναι πως είχε μια κόρη, την Κλείδα και τρεις αδελφούς, και πως για πολιτικούς λόγους εξορίστηκε για μερικά χρόνια… …   Dictionary of Greek

  • λύση — (Βιολ.). Η διάλυση, η ρήξη ή η καταστροφή των κυττάρων, των μικροοργανισμών ή των πολυκύτταρων οργανισμών γενικότερα, λόγω της επίδρασης διαφόρων φυσικών, χημικών ή βιολογικών παραγόντων. Η λ. των κυττάρων μερικές φορές παρουσιάζεται ως αυτόλυση …   Dictionary of Greek

  • φάλαγγα — Τυπικός στρατιωτικός σχηματισμός στην αρχαία Ελλάδα, που τον αποτελούσαν πολεμιστές που παρατάσονταν κατά μέτωπο σε διάφορες σειρές και ήταν οπλισμένοι με ακόντια και ασπίδες. Με την πυκνή τάξη της, η μονάδα αυτή, εκτός του ότι αποτελούσε… …   Dictionary of Greek

  • επί — (AM ἐπί) (πρόθεση) Ι. (με γεν.) 1. επάνω σε μια επιφάνεια ή σ ένα σημείο («επί τής στέγης», «καθέζετ ἐπὶ θρόνου») 2. σχετικά με κάτι, σε αναφορά με κάτι («επί τού θέματος, επί τής ουσίας», «ἐπὶ καλοῡ λέγων παιδός») 3. χρονική περίοδος κατά την… …   Dictionary of Greek

  • υπό — ὑπὸ, ΝΜΑ και επικ. τ. ὑπαί και αιολ. τ. ὐπά και βοιωτ. τ. ὑπά και αιολ. τ. ὑπύ και αρκαδικός τ. ὁπύ και οἱπό, Α δισύλλαβη πρόθεση που συντάσσεται με γεν., αιτ. και, μόνον στην αρχαία με δοτ. ΣΥΝΤΑΞΗ ΣΗΜΑΣΙΑ: Ι. (με γεν.) δηλώνει: 1. την αιτία… …   Dictionary of Greek

  • εφεδρεία — η (Α ἐφεδρεία) [εφεδρεύω] 1. το να εφεδρεύει, να κάθεται κάποιος πάνω σε κάτι («ἔχει δὲ καὶ τοὺς ὄνυχας βελτίους τῶν κολοιῶν, πεφυκότας πρὸς τὴν ἀσφάλειαν τὴς ἐπὶ τοῑς δένδρεσιν ἐφεδρείας», Αριστοτ.) 2. πολεμική δύναμη που παρακολουθεί από κοντά… …   Dictionary of Greek

  • ζήλος — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Πάλλαντα και κόρης του Ωκεανού, αδελφός της Νίκης, του Κράτους και της Βίας. Ήταν προσωποποίηση της φιλεργίας. Μαζί με τους αδελφούς του, καθόταν πάντα κοντά στον Δία. * * * (I) ο (AM ζῆλος, ὁ και ζῆλος, τό, Α… …   Dictionary of Greek

  • υποπίπτω — ὑποπίπτω, ΝΜΑ [πίπτω] νεοελλ. 1. υποκύπτω σε αδυναμία, διαπράττω ακουσίως σφάλμα 2. (η μτχ. αρσ. πληθ. ενεργ. ενεστ. ως ουσ.) οι υποπίπτοντες εκκλ. τάξη μετανοούντων τής πρωτοχριστιανικής εκκλησίας που είχαν την υποχρέωση να προσεύχονται… …   Dictionary of Greek

  • Isthmian Games — The Isthmian Games or Isthmia (ancient Greek Ἴσθμια) were one of the Panhellenic Games of Ancient Greece, and were named after the isthmus of Corinth, where they were held. As with the Nemean Games, the Isthmian Games were held both the year… …   Wikipedia

  • Lelantinischer Krieg — Darstellung zweier archaischer Reiter auf einer Vase des 6. Jahrhunderts v. Chr. Als Lelantischer Krieg wird ein Konflikt zwischen den griechischen Stadtstaaten Chalkis und Eretria bezeichnet, der sich in frühgriechischer Zeit – etwa 710 bis 650… …   Deutsch Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»